Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, 10% έως 15% των παιδιών με νοημοσύνη εντός φυσιολογικών ορίων εμφανίζουν μαθησιακές διαταραχές και 6% δυσκολία στις αριθμητικές πράξεις. Επίσης, 1 στα 3 Ελληνόπουλα φαίνεται ότι παρουσιάζει μαθησιακές δυσκολίες. Γονείς και εκπαιδευτικοί αναρωτιούνται γιατί υπάρχει αυτή η ραγδαία αύξηση του ποσοστού των μαθητών με μαθησιακές διαταραχές.
Κάποιοι ερευνητές χαρακτηρίζουν την αύξηση του ποσοστού των μαθητών με διάγνωση μαθησιακών δυσκολιών ως «επιδημία», η οποία έχει και σημαντικό κόστος, ανοίγοντας έτσι τη συζήτηση για την πιθανή υπερδιάγνωση των ΜΔ και την πολιτισμική-κοινωνική διάστασή τους. Ορισμένοι θεωρούν ότι πρόκειται ίσως για ένα τεχνητό «κατασκεύασμα» της δυτικής κοινωνίας, στην οποία οι προσδοκίες για τις επιδόσεις των παιδιών και οι απαιτήσεις του περιβάλλοντος είναι πολύ μεγαλύτερες.
Κάποιοι ερευνητές χαρακτηρίζουν την αύξηση του ποσοστού των μαθητών με διάγνωση μαθησιακών δυσκολιών ως «επιδημία», η οποία έχει και σημαντικό κόστος, ανοίγοντας έτσι τη συζήτηση για την πιθανή υπερδιάγνωση των ΜΔ και την πολιτισμική-κοινωνική διάστασή τους. Ορισμένοι θεωρούν ότι πρόκειται ίσως για ένα τεχνητό «κατασκεύασμα» της δυτικής κοινωνίας, στην οποία οι προσδοκίες για τις επιδόσεις των παιδιών και οι απαιτήσεις του περιβάλλοντος είναι πολύ μεγαλύτερες.
Το θέμα φυσικά είναι πολύ-παραγοντικό όσο και η ανομοιογένεια των μαθητών με Μ.Δ. Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών έχει συχνά εστιαστεί στις δυσκολίες μάθησης που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στο σχολείο και ιδιαίτερα στο φαινόμενο της σχολικής αποτυχίας. Παλαιότερα η αποτυχία ενός παιδιού στο σχολείο δεν αποτελούσε κάποια εξαίρεση ή έκπληξη ενώ σήμερα οι δάσκαλοι και οι γονείς δεν εφησυχάζουν και προσπαθούν να βρουν την αιτία. Αυτό από μόνο του αυξάνει τα καταγεγραμμένα ποσοστά των Μαθησιακών Διαταραχών του μαθητικού πληθυσμού.
Όλο και περισσότερα παιδιά παρατηρείται ότι παρουσιάζουν από τη βρεφική ήδη ηλικία ή στα πρώτα παιδικά χρόνια προβλήματα με το λόγο, την άρθρωση ή την ομιλία τους. O όρος «μαθησιακές διαταραχές» χρησιμοποιείται σήμερα με τρόπο που περιλαμβάνει πολλές και διαφορετικές περιπτώσεις παιδιών που παρουσιάζουν νευροαναπτυξιακές διαταραχές, οι οποίες λειτουργούν ανασταλτικά στην ανάπτυξη των ακαδημαϊκών και κοινωνικών τους δεξιοτήτων. Στην τελευταία ταξινόμηση των ψυχικών διαταραχών και διαταραχών συμπεριφοράς του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, οι ΜΔ ορίζονται ως «Ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές των σχολικών ικανοτήτων, στις οποίες οι φυσιολογικοί τύποι πρόσκτησης των μαθησιακών ικανοτήτων διαταράσσονται στα πρώιμα στάδια της ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης». Σε αυτό το κεφάλαιο περιλαμβάνονται 6 διαγνωστικές κατηγορίες: 1. Ειδική διαταραχή της ανάγνωσης 2. Ειδική διαταραχή του συλλαβισμού 3. Ειδική διαταραχή των αριθμητικών ικανοτήτων 4. Μικτή διαταραχή σχολικών ικανοτήτων 5. Άλλες αναπτυξιακές διαταραχές σχολικών ικανοτήτων 6. Αναπτυξιακή διαταραχή των σχολικών ικανοτήτων μη καθοριζόμενη.
Οι αιτίες που οδηγούν στην εμφάνιση ΜΔ είναι μέχρι σήμερα ασαφείς. Συχνά αποδίδονται σε δυσλειτουργία των γνωσιακών διαδικασιών. Με δεδομένη τη σημαντική ετερογένεια των παιδιών με ΜΔ, είναι πολύ πιθανό να ευθύνονται περισσότεροι του ενός μηχανισμοί για την εμφάνισή τους.
Σε στατιστική βάση, οι περιβαλλοντικοί-πολιτιστικοί και οι συναισθηματικοί παράγοντες ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που παρουσιάζουν ΜΔ. Ακατάλληλο σχολικό περιβάλλον, υποβαθμισμένες, χαοτικές και απαξιωτικές οικογενειακές συνθήκες, παρατεταμένη και πρώιμη κακή διατροφή συχνά αποτελούν διακριτούς παράγοντες, που εμποδίζουν τη μαθησιακή δυνατότητα του παιδιού. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, με την εισβολή της τεχνολογίας στη ζωή μας, ενώ προσφέρει περισσότερα ερεθίσματα, δεν βοηθά όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, στο γραμματισμό των παιδιών.
Το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού μπορεί να προσφέρει πλήθος εμπειριών γραμματισμού, όπως είναι η ανάγνωση και η ακρόαση ιστοριών, οι αφηγήσεις, η ανάγνωση λέξεων από επιγραφές καταστημάτων ή ετικέτες προϊόντων, οι δραστηριότητες οι οποίες πραγματοποιούνται καθημερινά από το παιδί στο πολιτισμικό πλαίσιο της εγγράμματης κοινωνίας που σφύζει από αλφαβητικά μηνύματα του γραπτού κώδικα. Όταν μέρος αυτών των ερεθισμάτων τα αντικαθιστά η χρήση των τεχνολογικών μέσων είναι επόμενο το παιδί να έχει δεχτεί λιγότερα ερεθίσματα ώστε να αναδυθεί ο γραμματισμός.
Οι αιτίες που οδηγούν στην εμφάνιση ΜΔ είναι μέχρι σήμερα ασαφείς. Συχνά αποδίδονται σε δυσλειτουργία των γνωσιακών διαδικασιών. Με δεδομένη τη σημαντική ετερογένεια των παιδιών με ΜΔ, είναι πολύ πιθανό να ευθύνονται περισσότεροι του ενός μηχανισμοί για την εμφάνισή τους.
Σε στατιστική βάση, οι περιβαλλοντικοί-πολιτιστικοί και οι συναισθηματικοί παράγοντες ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που παρουσιάζουν ΜΔ. Ακατάλληλο σχολικό περιβάλλον, υποβαθμισμένες, χαοτικές και απαξιωτικές οικογενειακές συνθήκες, παρατεταμένη και πρώιμη κακή διατροφή συχνά αποτελούν διακριτούς παράγοντες, που εμποδίζουν τη μαθησιακή δυνατότητα του παιδιού. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, με την εισβολή της τεχνολογίας στη ζωή μας, ενώ προσφέρει περισσότερα ερεθίσματα, δεν βοηθά όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, στο γραμματισμό των παιδιών.
Το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού μπορεί να προσφέρει πλήθος εμπειριών γραμματισμού, όπως είναι η ανάγνωση και η ακρόαση ιστοριών, οι αφηγήσεις, η ανάγνωση λέξεων από επιγραφές καταστημάτων ή ετικέτες προϊόντων, οι δραστηριότητες οι οποίες πραγματοποιούνται καθημερινά από το παιδί στο πολιτισμικό πλαίσιο της εγγράμματης κοινωνίας που σφύζει από αλφαβητικά μηνύματα του γραπτού κώδικα. Όταν μέρος αυτών των ερεθισμάτων τα αντικαθιστά η χρήση των τεχνολογικών μέσων είναι επόμενο το παιδί να έχει δεχτεί λιγότερα ερεθίσματα ώστε να αναδυθεί ο γραμματισμός.
Ακόμη, πολύ συχνά, η κατάθλιψη, το χρόνιο άγχος καθώς και παθολογικά ή εναντιωματικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας αναστέλλουν τη μαθησιακή λειτουργία. Υπάρχουν αρκετές μελέτες που ενισχύουν την άποψη ότι η ψυχολογική παραμέληση, εκφραζόμενη μέσα από διάφορες παραμέτρους, όπως ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, αλκοολισμός του πατέρα ή της μητέρας, η εκτός γάμου τεκνοποίηση, το διαζύγιο, αποτελούν ουσιαστικούς παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ΜΔ.
Σε άλλες περιπτώσεις, η συναισθηματική αναστολή των μαθησιακών δυνατοτήτων μπορεί να είναι αποτέλεσμα ασυνείδητων συναισθημάτων ενοχής και τιμωρίας ή επιθυμίας εναντίωσης στις γονεϊκές προσδοκίες, χωρίς να παραβλέπει κανείς την εξελικτική ανωριμότητα και τον χαρακτήρα κάθε παιδιού. Πολύ συχνά συναντάμε γονείς οι οποίοι πιέζουν τα παιδιά, με απειλές και τιμωρίες με αντίθετα πολλές φορές αποτελέσματα. Πρόσφατα, έχουν ενοχοποιηθεί και συγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η ύπαρξη σημαντικού ποσοστού μολύβδου στην ατμόσφαιρα, με την έννοια ότι έχουν τοξική επίδραση στις εγκεφαλικές λειτουργίες.
Κύριο μέρος όμως της αιτιοπαθογένειας των ΜΔ καλύπτουν γενετικοί και νευροβιολογικοί παράγοντες. Αν και η γενετική ετερογένεια των ΜΔ επιβεβαιώνεται από πολλές μελέτες, η οικογενής φύση τους, ιδίως ανάμεσα σε συγγενείς πρώτου βαθμού, είναι γνωστή από την αρχή του αιώνα, ενώ πρόσφατες γενεολογικές μελέτες μιλούν για τα «γονίδια της δυσλεξίας».
Τέλος, η συμμετοχή των γνωσιακών παραγόντων αποτελεί γεγονός αδιαμφισβήτητο, αφού τα παιδιά με ΜΔ έχουν χαμηλή επίδοση σχεδόν σε όλες τις μαθησιακές δραστηριότητες ώστε πρακτικά δεν αμφισβητούνται οι εξελικτικές αναπτυξιακές δυσλειτουργίες σε κρίσιμους τομείς των γνωσιακών διαδικασιών. Οι δεξιότητες μνήμης, ακουστικής και οπτικής αντίληψης, ψυχοκινητικές και σίγουρα γλωσσικές δεξιότητες πρέπει να καλλιεργούνται πριν την είσοδο του παιδιού στο Δημοτικό. Σίγουρα η αυξημένη χρήση κάθε είδους οθόνης και η χρήση μη λεκτικής επικοινωνίας ή η απουσία αυτής για ώρες, συμβάλλει στην χαμηλότερη γνωστική ανάπτυξη των παιδιών.
Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η μάθηση αποτελεί προϊόν πολύπλοκης και σύνθετης διαδικασίας, που εξαρτάται σε ένα βαθμό από την αλληλεπίδραση ατομικών, περιβαλλοντικών, γενετικών, νευροφυσιολογικών και γνωσιακών παραγόντων. Το σίγουρο είναι ότι επιβάλλεται να μειώσουμε τη χρήση οθονών στο περιβάλλον, να έρθουμε σε επαφή με τη φύση, να δώσουμε καθημερινά ευκαιρίες για κίνηση, ανακάλυψη και ερευνητική διάθεση στα παιδιά. Να προωθήσουμε τη λεκτική επικοινωνία και έκφραση μεταξύ μας.
Ελένη Οικονόμου
Ειδική Παιδαγωγός
Έχεις μια απορία, μια ερώτηση, μια ιστορία;
Μπορείς να τη στείλεις στο viveremag1@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου